«Τίποτα δεν πεθαίνει»! Σκέψεις για το υποτιθέμενο τέλος του Ναζισμού
Τίποτα δεν πεθαίνει, όσο επιθυμώ τον θάνατο του εχθρού μου.
Από τις ιστορίες σφαγής των Ποντίων προγόνων μου στην πρώτη εκκαθάριση (την ίδια εποχή με τη γενοκτονία των Αρμενίων), υπάρχουν κάποιες λεπτομέρειες που καταγράφηκαν αντί για το νου και την καρδιά, στη σφαίρα του φαντασιωσικού. Είναι εικόνες που περιέχουν ήχο ή ήχοι που μυρίζουν σάπιο και θάνατο ή τέλος πάντων περιγραφές που δεν χωράνε σε τίποτα παιδικό. Πώς να περιγράψεις κάτι βίαιο και σκοτεινό χωρίς να προκαλέσεις την κινητοποίηση της σαδιστικής ανατριχίλας· αποτελεί εξάλλου ένα βασικό εργαλείο συγκίνησης του σύγχρονου «ελεύθερου» ανθρώπου της δυτικής κοινωνίας που μάτια και αφτιά έχουν κορεστεί σε εικόνες βίας και αποκαθήλωσης της ανθρώπινης ύπαρξης, από τις «σπλατεριές» (εικόνες αιματοχυσίας) των θρίλερ ταινιών, μέχρι το δελτίο ειδήσεων για τον πόνο των άλλων…
Οι περιγραφές της γενοκτονίας από τους ποντίους παππούδες μου, κατέκλυσαν τον ουρανό της παιδικής μου εμπειρίας, με ηχοχρώματα από τα μαρτύρια που υπέβαλαν οι Τσέτες σε κάτι θείους και συγγενείς, με κορυφαία μαρτύρια (στην παιδική μου φαντασίωση) τον εγκλεισμό και ρίψη σε πλαγιά βουνού μέσα σε βαρέλι με καρφιά και την εξεντέρωση ενός ιερωμένου προγόνου δεμένου στο κάρο του, από τα ίδια του τα άλογα. Κάποιοι αντιστάθηκαν «σαν λιοντάρια» («Ασλάν» στα τουρκικά) και έτσι πήρανε και τον επιθετικό προσδιορισμό (επιθετικό και πάλι με όλες τις έννοιες του όρου) «Ασλανίδηδες». Οι Τσέτες αποτελούσαν «άτακτες» -με όλες τις έννοιες του όρου άτακτος- παραστρατιωτικές ομάδες Τούρκων του τέλους της Οθωμανικής περιόδου- κάτι σαν τους σύγχρονους «διεθνείς» μισθοφόρους ισλαμιστές που μάχονται σε όλα τα μέτωπα που εμπλέκεται πολεμικά και η σημερινή Τουρκία. Στη βίαιη αυτή σχέση βασανιστή- αμυνόμενου, γεννήθηκε μια διαδικασία ώστε σε κάθε επόμενη εμπειρία κινδύνου αφανισμού (αυτή είναι η επιστημονική ορολογία του αμυντικού πολέμου), κάποιες από τις εντυπωμένες κατακλυσμιαίες εμπειρίες λειτουργούν και οι απόγονοι των «μαρτύρων» γίνονται με τη σειρά τους, αντιστασιακοί ή αντάρτες ή απλώς ενάντιοι, σε κάθε μορφής απειλή.
Ο κύκλος της Βίας και η επιλογή του «φαλλικού» τρόπου επίλυσης των προβλημάτων (φαλλικός σημαίνει κατακτητικός, συντριπτικός, που αποζητά την κυριαρχία πάνω στον άλλο με συνέπεια τον έλεγχο ή τον θάνατό του) ακούγεται ένας πρωτόγονος ή απολίτιστος τρόπος επίλυσης συγκρούσεων και διαφωνιών. Η συγκλονιστική εμπειρία για τον σημερινό πολίτη του κόσμου είναι η αίσθηση ότι ο βασικός τρόπος επίλυσης της πλειοψηφίας των προβλημάτων σε διεθνές, διακρατικό, διασυλλογικό, διασυνοριακό, κοινωνικό, διαπροσωπικό, ενδο-οικογενειακό, ενδοσυζυγικό, ταξικό, συντεχνιακό, διακομματικό και άλλο επίπεδο, παγκοσμίως και επίσημα, παραμένει αυτός της βίαιης επιβολής ή καταστολής. Παραμένει φυσικά ο όρος, ότι ένας εκ των συμβαλλομένων πλευρών, διαθέτει (ή πιστεύει ότι διαθέτει) αρκετή δύναμη να πατάξει (να αφανίσει κάτω από το πόδι του) τον άλλον, τον αντίδικο, τον ανταγωνιστή, τον αντίθετο, τον απέναντι, τον ενοχλητικό στις ιδέες, απόψεις, αρχές, τρόπο, γεύση, επιλογή, ως ενοχλητικό αντικείμενο (η ιδιότητα «ανθρώπινο» υποκείμενο δίνεται σε ό,τι θέλουμε να μοιάζουμε. Σε ό,τι μας ενοχλεί, το αγνοούμε).
Εδώ και μισό μόλις αιώνα (λίγο λιγότερο στην Ανατολική πλευρά του πλανήτη), έχει ξεκινήσει μια παράδοξη και «ανόητη» για τα δεδομένα του κόσμου διαδικασία: κάποιοι αλτρουιστές, πολιτικοί ηγέτες, κάποιοι ανθρωπιστές, κάποιοι εκπαιδευτικοί και φροντιστές της παιδικής ηλικίας, βάλθηκαν να εμπνεύσουν και να εκπαιδεύσουν τα παιδιά του κόσμου σε πιο ειρηνικούς τρόπους αλληλοκατανόησης της εμπειρίας των σχέσεων. Δεν είναι οι πρώτοι! Ποιητές, Συγγραφείς, Φιλόσοφοι και Θρησκευτικοί Οραματιστές, με προεξάρχον παράδειγμα προς μίμηση για τον ελληνοχριστιανικό και μετέπειτα δυτικό πολιτισμό, το πρόσωπο του Ιησού Χριστού, πρότειναν στον άνθρωπο την μετουσίωση του κύκλου βίας σε μια απόπειρα υπέρβασης του «ζωώδους», της «φαλλικής» δηλαδή θέσης του ανθρώπου στη ζωή, σε μια κατ’ επιλογήν σχεσιακή εμπειρία, αλληλοσεβασμού, μοιράσματος και αποδοχής. Το σημαντικό είναι ότι στην εποχή μας, μας δίνεται η δυνατότητα συστημικά, κοινωνικά, να προτείνουμε κάτι τέτοιο στα παιδιά μας. Η Ειρήνη και η Ποιότητα της ζωής μας, μας επιτρέπει να το συζητάμε.
Υπάρχει ωστόσο αυτό το χάσμα ανάμεσα στην «πρόταση» σε επίπεδο εκπαίδευσης και νόμου από τα κράτη και στην «εμπειρία» πάλι σε επίπεδο κράτους, επιβολής της άποψης του πιο δυνατού όχι σε επίπεδο ηθικής, δικαίου και αυτοσυγκράτησης, αλλά δυνατού σε οικονομικούς και στρατιωτικούς όρους! Μοιάζει ακόμα και αυτή η επιστήμη ή η τέχνη της Διπλωματίας να είναι αναιμική πρακτικά ως πρόταση, όταν στερείται τις πλάτες ενός «μπράβου», χωρίς δηλαδή μια οικονομική και στρατιωτική «δύναμη» να στηρίζει την «διπλωματική» πρόταση… Αλλιώς γιατί να «χαιρόμαστε» τόσο κάθε που θα καταδικαστεί τελικά ένας πολέμαρχος με εγκλήματα πολέμου αν ήταν η διεθνής κοινότητα να λειτουργούσε πάντα έτσι; Αλλιώς γιατί να χαιρόμαστε αν μια υπερδύναμη (δείτε τον όρο αυτό τι σας προκαλεί όταν τον διαβάζετε και ποιες χώρες έρχονται στο νου σας) δείξει αυτοσυγκράτηση και δεν υπογράψει μια στρατιωτική επέμβαση με μερικές χιλιάδες «παράπλευρες» απώλειες αμάχων;
Αυτό το χάσμα ενδοψυχικά, να προσπαθήσω να στήσω τη ζωή μου αξιακά πάνω σε δυο φιλάνθρωπες γραμμές, τον Ερωτα και τη Δημιουργικότητα, από τη μια, και την Οργη και Αδικία που νιώθω από την άλλη, δεν είναι εύκολο να το κουβαλά κανείς. Είναι η ίδια η ζωή η σχοινοβασία ανάμεσα στα δυο.
Ο φανατισμός δίνει λοιπόν μια κάποια λύση σε αυτό το δίλλημα: Κι αν η οργή ήταν δικαιολογημένη και δεν ήταν ηθικά απαγορευτική να εκφραστεί και να αφανίσει τον άλλον τότε θα έπαυε η οργή να καίει το μέσα μου και θα είχα μια ηρεμία.
Αν δηλαδή ο έρωτας ταυτίζονταν με την οργή, αν δηλαδή γινόμουν Ορέστης, δηλαδή εκδικητής, τότε δεν είμαι εγώ το πρόβλημα αλλά ο άλλος που τα «θέλει», που επέλεξε να έρθει εδώ σε μένα απέναντι, που γεννήθηκε ως αυτό που εγώ μισώ.
Ο Ναζισμός έχει τη δύναμη της κόλασης. Είναι απίστευτο εργαλείο στα χέρια των κρατών. Μπορεί ταυτόχρονα να λειτουργεί και στα δυο επίπεδα: και απενοχοποιεί την οργή σε ατομικό επίπεδο και μετατρέπει αυτήν την ατομική και ενδοψυχική σύγκρουση σε μια εμπειρία κοινοτική, σε ομαδικό κοινωνικό επίπεδο. Από μοναχικός και θλιμμένος αδικημένος ανθρωπάκος, μετατρέπεσαι σε ηρωικό μέλος μιας μαζικής και επομένως φαντασιωσικά πολύ πιο δυνατής μηχανής. Αρκεί να βρεθούν οι κατάλληλες συνθήκες. Και οι δυο. Σε κοινωνικό επίπεδο απαιτείται αρκετός φόβος και αδικία ώστε να απελπιστεί ο ξεμοναχιασμένος ανθρωπάκος, την ίδια στιγμή που ο ανίκανος ηγέτης (πολιτικός, θρησκευτικός, πολιτιστικός), ο «αμόρφωτος» δηλαδή στις πανανθρώπινες αξίες ηγέτης, να αποτύχει να εμπνεύσει και να κινητοποιήσει την ειρηνική μετουσίωση της εμπειρίας σε δυνατότητα. Εκεί βρίσκει χώρο ο διαστροφικός – παρανοϊκός ηγέτης (Χίτλερ), να εκπροσωπήσει την μαζική απενοχοποίηση της άρνησης της ζωής. Εκεί βρίσκει χώρο ο συνωμοσιολόγος εξωκοινοβουλευτικός κομματάρχης ή ο παραθρησκευτικός γητευτής.
«Κοινωνική αδικία» περιλαμβάνει το «μενού» του κόσμου και για τώρα και για το μέλλον και μοιάζει οι ηγέτες ακόμα να μην μπορούν να τα βρουν απέναντι στην τρέλα του πολέμου και την εξαθλίωση, γραμμές προτάσεων που να μορφοποιούν ανθρώπους στο δρόμο της αγάπης και της συνεργασίας. Γιαυτό κι αν κόψεις τα κεφάλια των σημερινών ναζιστών ηγετών, δεν θεραπεύεις το σπόρο που μέσα μας τους αναζητά. Κοιμάται στη μορφή της «δίκαιης» οργής θανάτου του άλλου. Περιμένει να εκφραστεί ξανά όσο δεν πληθαίνουν οι εμπνευστές της αγάπης και της ελευθερίας. Τίποτα δεν πεθαίνει, όταν κάτι το γέννησε. Τίποτα δεν πεθαίνει, όσο επιθυμώ τον θάνατο του εχθρού μου.
Αλέξιος Λάππας
Το παραπάνω άρθρο είναι δημοσιευμένο στην huffingtonpost στις 15/11/2020 στο σύνδεσμο https://www.huffingtonpost.gr/entry/tipota-den-pethainei-skepseis-yia-to-epotithemeno-telos-toe-nazismoe_gr_5fb037f5c5b6b956698ba116