Από τα Πάθη της Χρήσης στον Πόθο του Άλλου

Καθώς το καλοκαίρι παλεύει να διακόψει την καθημερινότητα ενός χειμώνα που εργάστηκε, έδωσε ο Θεός τον χώρο να βρεθούμε στον τόπο που μας πρωτο-αγάπησε σαν φτάναμε τότε, το 2003, στην Αγγλία. Βράδυ τότε καλοκαιρινό, προσγειωθήκαμε ως φρέσκια οικογένεια σε μια ήσυχη – μα άγνωστη ωστόσο σε εμάς- γειτονιά του γραφικού Salisbury του αγγλικού νότου με τον Καθεδρικό ναό του. Λίγο μετά που η εξώπορτα του νέου μας σπιτιού έκλεινε πίσω μας, χτύπησε κάποιος την πόρτα. Μια λεπτή φιγούρα, η ευλογημένη μας γειτόνισα, βλέποντας πως μόλις φτάσαμε κρατώντας ένα μωρό, έφερε μια αγκαλιά προμήθειες (γάλα, ψωμί του τοστ, βούτυρο, φακελάκια τσάι και ένα σακούλι ζάχαρη). «Τέτοια ώρα δεν θα βρείτε τίποτα ανοιχτό» είπε χωρίς δισταγμό η Αγγλίδα που πρώτη φορά μας συναντούσε. Πατρίδα είναι ο τόπος που μας αγάπησε!

Καθώς το καλοκαίρι παλεύει να διακόψει την καθημερινότητα ενός χειμώνα που εργάστηκε, κουδουνίζει στο κεφάλι μου η πιο πρόσφατη σύναξη Ομαδικών Αναλυτών στο Λονδίνο, τον Μάιο που μόλις πέρασε, με αφορμή τον Foulkes, τον ψυχαναλυτή που έβγαλε τον αναλυόμενο από την διαδικότητα και έβαλε τον άνθρωπο για θεραπεία μέσα στην ομάδα και τον τρόπο που βιώνει τις σχέσεις του. Μοιάζει να έχουμε έμφυτη την ορμή να θέλουμε «να γίνουμε Ένα» οι άνθρωποι (impulse to impart), να πλησιάσουμε ο ένας τον άλλον, να γίνουμε μια αγκαλιά, μια ομάδα, μια κοινότητα. Αυτό είναι το φυσικό! Στην μοναξιά της πρώτης παιδικής και βρεφικής μας ηλικίας ωστόσο, μπορεί αυτή η εμπειρία οικειότητας και ανήκειν στην πρώτη ομάδα, την οικογένεια, να μην είχε την τρυφερότητα μιας στοργικής αγκαλιάς. Μένει αυτή η αίσθηση «γδαρσίματος» να δηλητηριάζει την επιθυμία της αγκαλιάς. Καχύποπτοι για την πρόθεση του άλλου, κάτω από αγχωμένα και καχύποπτα βλέμματα άλλων καχύποπτων φροντιστών, μοιράσαμε τον κόσμο σε φανταστικούς «καλούς» που ποτέ δεν γνωρίσαμε και σε ατελείωτους «άλλους», «ξένους», «πιθανότατα πονηρούς και κακούς»…

Είναι όμως τέτοια η δύναμη της επιθυμίας για ένωση με τον Άλλον, που μας τραβάει ετούτη η μαγική ορμή να γίνουμε ένα. Κι όπως δεν έχουμε «ψυχή» να στηρίξουμε μια τέτοια επιθυμία, την ίδια ώρα σιχαινόμαστε τον εαυτό μας και τον ονομάζουμε «αδύναμο» και «μισό» που θέλει τόσο να συναντήσει τον άλλον. Αυτή η αντίσταση γίνεται σχεδόν μίσος που δεν χωράει τις όμορφες στιγμές. Ο Άλλος αιωρείται μπροστά μας ως ποθητός και ως εχθρός, και για να αντέξουμε την άρνησή μας τον κάνουμε «άλλο», αντικείμενο ετούτη τη φορά: κορμί για μια νύχτα, πελάτη για ένα ή εκατό ευρώ, χρήστη των υπηρεσιών μας και αντικείμενο των παθών μας!

Ο πόθος ωστόσο δεν είναι για την κάψα της στιγμής και την κορύφωση της ηδονής. Ο πόθος είναι για το Πρόσωπο του Άλλου: να με έβλεπε μια φορά για αυτό που πραγματικά είμαι, για αυτό που τρέμω ότι ούτε εγώ ο ίδιος αντέχω να δω! Να με έβλεπε για αυτό που είμαι και να με ποθούσε, να μην μπορούσε να με προσπεράσει χωρίς να πει μια «Καλημέρα», να λαχταρούσε το βλέμμα του να μπλεχτεί με το δικό μου βλέμμα και να ψέλλιζε εκείνο το «Χαίρετε!» ίδιο με του Χριστού, να σκιρτά η καρδιά μου πως δεν είμαι μόνο τα μάτια μου – τα όμορφα και γαλανά ή τα μελί στο φως του Ήλιου· να σκιρτά η καρδιά μου πως δεν είμαι μόνο το μπόι μου και η γράμμωση των μυών, οι καμπύλες και τα χείλη μου που λαχτάρισε η ματιά του· να σκιρτά η καρδιά μου από Χαρά πως το βλέμμα του Άλλου είδε και τα μάτια μου και την γράμμωση και τις καμπύλες αλλά δεν έμεινε σε αυτά· καθώς τα μάτια του συναντήθηκαν με τα δικά μου, αποκαλύπτουνε την δική του Χαρά για την Συνάντησή μας!

Ο εγκέφαλός μας τελικά, βιολογικά, δεν είναι φτιαγμένος σαν αποθήκη πληροφοριών ή κέντρο αποφάσεων και παθοφυσιολογικών μονοπατιών. Είναι ένα όργανο στραμμένο στην επικοινωνία. Κάθε λέξη και κάθε γραμμή που θα ειπωθεί, ξυπνά πληροφορίες, εμπειρίες και μνήμες, μαζί ταυτόχρονα με μουσική, ρυθμό και προσωδία! Σε κάθε άκουσμα φωνής ο εγκέφαλός μας χορεύει! Ταράζεται και ψάχνει αρμονικές να συντονιστεί! Διψάει για αλληλεπίδραση και κοινωνία! Σαν παύουμε να ποθούμε τους Άλλους αρχίζει να ξεχνά, εκπίπτει της λειτουργικότητάς του! Τίποτα το φανταχτερό δεν έχει η μοναξιά. Τίποτα!

Λέει η Alice Miller πως αν ο ιατρός ή ο θεραπευτής έχουν υπάρξει μόνο ως εκπαιδευόμενοι κι όχι θεραπευόμενοι οι ίδιοι μπροστά σε έναν θεραπευτή, δύσκολα να έχουν την εμπειρία της απόγνωσης του ανθρώπου που αναζητά την θεραπεία του. Είμαστε πολύτιμα όντα. Όχι για αυτά που έχουμε. Αλλά για όλα αυτά που δεν αγοράζονται και δεν λειτουργούν χωρίς την ελεύθερη συγκατάθεσή μας.

Α. Λάππας

Institute