Ο Γολγοθάς του άλλου
Είπες «Γιατί»;
Είπες «δεν το χωράει ο νους μου».
Είπες «για να μην τρελαθούμε».
Είπες «για όνομα του Θεού»!
Είπες «δεν έχει νόημα».
Είπες «δεν έχει παρακάτω».
Είπες «δεν βλέπω αλλαγή».
Είπες «πόσο ακόμα»;
Σιωπή.
-Φοβήθηκα το δρόμο κι έστησα μια τέντα να μην με πιάνει ο ήλιος. Με τον καιρό βάφτισα τη θέση μου «στάση». Περίμενα. Γραμμές τρένου πουθενά. Ούτε λεωφορείο. Θυμός. Ο κόσμος να προσπερνά. Μου μοιάζανε όλοι πολυάσχολοι με τα δικά τους. Που και που σταματώντας κάποιους ρωτούσα «μήπως ξέρετε πότε έρχεται το επόμενο»; Λες και είχε υπάρξει προηγούμενο ποτέ! Κάποιοι απαντούσαν με βλέμματα βλοσυρά, άλλοι με εκείνο το βλέμμα που διαπερνά το βλέμμα σου, λες και ψάχνουν να βρουν κάτι συγκεκριμένο πίσω από τη δική σου αλήθεια, τη δική τους απάτη. Άλλοι απαντούσαν με τη σιγουριά του γνώστη, στιγμιαία κέρδιζαν την εμπιστοσύνη μου, μοιάζαν φωτισμένοι, χαρισματικοί. Καθώς φεύγανε ησυχία. Μοναξιά. Το πιο τρομακτικό στη μοναξιά είναι ο βόμβος της σκέψης. Έτσι ξεκίνησε η οργή. Για όλα και όλους.
Σαν πήρε να βραδιάζει η μόνη μνήμη ήταν της αναμονής. Ούτε η επιλογή της θέσης μου, ούτε το φευγαλέο και ανεύθυνο αλισβερίσι με τους περαστικούς, μπορούσε να έφτιαχνε όγκο δεδομένων. Το μόνο σήμα και μάλιστα επαναλαμβανόμενο ήταν η βεβαιότητα πως η ζωή με βρήκε σε μία στάση φτιαγμένη για εμάς τους ασήμαντους, τους άτυχους ετούτης της ζωής, τους γκαντέμηδες (από το “Godamn”- την κατάρα του «Θεού»). Από το δρόμο ακούστηκε χαράματα το κλάμα ενός μωρού. Ξωπίσω του ένα ζευγάρι νεαρών γονιών, τρέχανε από γιατρό σε γιατρό να δώσουν ζωή στο βλασταράκι τους που «κι ο Θεός ο ίδιος μοιάζει να τους έχει γυρίσει την πλάτη». Πριν προλάβω να τους ρωτήσω αν θέλουνε βοήθεια, πέρασε ξυστά από μπροστά μου βαστώντας τη σημαία του σχολείου του, σημαιοφόρος (που ακούστηκε) σε καροτσάκι αναπηρικό, και χαμογελώντας για την έκπληξή μου, μου ψυθίρισε «αξίζει το όνειρο παρκαρισμένε φίλε». «Θέλεις από μένα κάτι;» του ρώτησα. Μα είχε ήδη προσπεράσει για να ακούσω την απάντηση.
Σε είδα στα μαύρα. Περπατούσες αργά. Είχες πληρώσει στη ζωή πιο πολλά διόδια από όσα θα άντεχε να σηκώσει η ασφάλεια της δικής μου ζωής. «Που βρίσκεις τη Πίστη» σε ρώτησα; Είπες «όταν ξαναβρεθούμε θα βλέπουμε από άλλη πλευρά τη Ζωή». Ακόμα και ο γρανίτης διαμορφώνεται. Προσευχή.