Λείπει η Αγάπη
Χθες στο «παλάτι του Μπίλι», ένα ιδιαίτερο μαγαζί για τον καφέ μετά τις κηδείες στα μνήματα που αφιερώθηκαν στην «Ανάσταση του Κυρίου», στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, καθίσαμε απέναντι στο τραπέζι μαζί με έναν ηλικιωμένο συνάδελφο, Παθολόγο, να μοιρολογήσουμε την κυρα-Τασούλα των δικών μου παιδικών χρόνων και δική του γειτόνισα, που «έφυγε» να «συναντήσει» τον κεκοιμημένο από χρόνια γιο της και φίλο μου, στον παράδεισο που πίστεψε. Όταν μια οικογένεια δοκιμάζεται από διαρκείς θανάτους και η αρρώστια διαβρώνει το κάθε μέλος της, ο έμφυτος ρατσισμός του «φυσιολογικού» και η «μοίρα» του άδικου (και «άτυχου») μπαίνει τοίχος στην λογική να προστατέψει το τομάρι μας από το κακό του άλλου.
Η ευλογία του λειτουργήματος των ιατρών είναι ακριβώς αυτή, ο πόνος του άλλου να χαρίζεται στην θεραπευτική σχέση, ακατέργαστο διαμάντι υπαρξιακής αγωνίας, να θολώνει την ρουτίνα και να βιάζει τα «δεδομένα» και «σιγουράκια» μας. Να δέχεται ο πονεμένος άνθρωπος την παρουσία μας στις πιο ευαίσθητες, ευάλωτες και εύθραυστες στιγμές της ζωής του, γυμνός από ρούχα ή από άμυνες, ξεφτιλισμένη η βιολογία του από το «σαράκι» της ασθένειας ή αποδιοργανωμένη η λογική του από την ψυχική διαταραχή και το τραύμα ή την τραυματική εμπειρία, που αναδύεται από τα τρίσβαθα του ψυχισμού του και του εγκεφάλου του, προσβάλλοντας με την μπόχα της, συχνά ανεπανόρθωτα, την φλούδα που λέγεται «κοινωνικός» μας εαυτός.
Εμείς, «οι κανονικοί», «the backbone of the society», οι «πετυχημένοι», με τους λογαριασμούς και το iPhone, εμείς που ψηφίζουμε βάση των γνωριμιών και των διασυνδέσεων και συμφερόντων μας, εμείς που έχουμε και δυο γνωστούς να κρατήσουμε καλή ομπρέλα στο «μπιτσόμπαρο», εμείς που η πρόσβαση στην ιδιωτική ιατρική είναι το δεδομένο, εμείς έχουμε από χρόνια ξεχάσει πως ανάμεσα σε αυτό που λέμε «κανονικότητα» και αυτό που είναι η βιολογική αλήθεια της φθοράς και του θανάτου, έχουμε χτίσει με μόχθο και υπαρξιακή άγνοια, τοίχους από «δικαιώματα απόλαυσης», «καβάντζες» πακτωλών χρημάτων για την «ώρα ανάγκης» ή μάλλον τις ανάγκες που γέννησαν αυτές οι ίδιες οι επιλογές μας. Έχουμε ανάγκη τα χρήματά μας να «ξεκλειδώνουμε δυνατότητες» γιατί τρέμουμε την μοναξιά της αδυναμίας, έχουμε ανάγκη να ανήκουμε σε λέσχες και παρατάξεις, γιατί χάσαμε την ικανότητα «σχετίζεσθαι» με όρους απλών ανθρώπων και καταθέτουμε την «πίστη» μας σε ό,τι υπόσχεται υλική απόδοση, γιατί «από λόγια χορτάσαμε»!
Η φράση ωστόσο «καλό ταξίδι» από το στοματάκι του «χαροκαμένου» συζύγου και πατέρα, παρότι είναι λόγια, θεραπεύουν την απελπισία της εμπειρίας και υπόσχονται ότι κάποιος έχει στην απόγνωσή του μέσα επεξεργαστεί το αυτεξούσιο, γνωρίζοντας πως ο ίδιος ως σώμα (βιολογική ασθένεια) και ψυχισμός (αγώνα με το τι κουβαλάμε) έχει υπάρξει και προδότης και συνοδοιπόρος της μετάνοιας.
Στο ταμείο των δικών μου σκέψεων αντίδωρο της σεμνής τελετής αποχαιρετισμού ακόμα ενός ανθρώπου αγαπημένου, η άγρια και γήινη ανάγκη για επιβεβαίωση ότι είμαστε ακόμα ζωντανοί και μια ανάγκη για αίτημα βαθιάς συγχώρεσης από όσους στο λειτούργημά μας (και λειτούργημά μου) επένδυσαν, μη βρίσκοντας πάντα ανταπόκριση, μην βρίσκοντας ενσυναισθηματικά αφτιά, αλλά έναν γιατρό που στο ζύγι της δικής του ανθρώπινης ύπαρξης, καθρέφτισε ψυχρότητα ή απέχθεια για τον πόνο του άλλου.
Ελπίδα το νοιάξιμο που μένει να γεννιέται στην γωνίτσα της ψυχής που δεν φοβάται την «πανανθρώπινη μοίρα», στην γωνίτσα της ψυχής του καθένα, που κάποτε απλά και ανθρώπινα, κάποιος ή κάποια καθρέφτισε, αυτό που συντονίζει μέσα μας το καλό, ο ήχος της σχέσης της αληθινής, η Αγάπη.
Αλέξης Λάππας
Καλοκαίρι 2023